third degree - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

third degree - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
3rd Degree; 3rd-Degree; Third degree (disambiguation); The 3rd Degree; Third Degree (album)

third degree         
ALBUM BY JOHNNY WINTER
3rd Degree; 3rd-Degree; Third degree (disambiguation); The 3rd Degree; Third Degree (album)
τρίτου βαθμού
τρίτου βαθμού      
third degree
third rate         
  • HMS ''Melville'' (1817)]], a British third-rate
  • A model of a third-rate ship of the line of the [[Navy of the Order of Saint John]] from the late 18th century.
TYPE OF SHIP OF THE LINE
3rd rate; Third rate; 3rd-rate; Sixty-four (ship); 70 gun; Third Rates; Third Rate; Third Rate Ship of the Line; Third-rate Frigates of the Royal Navy; Middling ships; Middling ship
τρίτης κατηγορίας

Ορισμός

third degree
n. (colloq.)
brutal, harsh interrogation
to give smb. the third degree

Βικιπαίδεια

Third degree

Third degree may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για third degree
1. Sean Ryan pleaded guilty to third–degree arson and third–degree witness tampering.
2. LePore pleaded guilty to third–degree arson, third–degree tampering, a disorderly persons offense and resisting arrest.
3. Moore was charged with third–degree criminal possession of stolen property, fourth–degree grand larceny, and third–degree attempted grand larceny.
4. He was being treated for third–degree burns, police said.
5. To make such a contribution is a third–degree felony.